Σε Κοινοβουλευτική Δραστηριότητα

Στην Ολομέλεια της Βουλής, στη συζήτηση του Νομοσχεδίου για τις αλλαγές στον εργασιακό νόμο, τοποθετήθηκε, τη Δευτέρα 14 Ιουνίου 2021, η Βουλευτής του Κινήματος Αλλαγής Νάντια Γιαννακοπούλου.

Ξεκινώντας την ομιλία της, η βουλευτής αναφέρθηκε στο γεγονός πως ο ισχύον εργασιακός νόμος είχε ψηφιστεί από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ το 1982, κατείχε πρωτοποριακό και καινοτόμο χαρακτήρα και για το λόγο αυτό κατάφερε να διατηρηθεί σε ισχύ όλα αυτά τα χρόνια. Σαφώς, όμως, χρειάζεται αλλαγή πλαισίου λόγω της 4ης βιομηχανικής επανάστασης, αλλά και της περαιτέρω επιτάχυνσης των τεχνολογικών εξελίξεων λόγω της πανδημίας.

Επιπλέον, δεν παρέλειψε να αναφέρει ορισμένα στατιστικά στοιχεία για τη δύσκολη κατάσταση που κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν χιλιάδες εργαζόμενοι, που τέθηκαν σε καθεστώς αναστολής κατά την περίοδο της πανδημίας. Όπως, επίσης, αναφέρθηκε και στο φόβο που επικρατεί στο σύνολο της αγοράς για απολύσεις και αύξηση της ανεργίας, αφού επιχειρήσεις δεν κατάφεραν να ανοίξουν εκ νέου ή πολλές απ’ αυτές που άνοιξαν δεν είναι σε θέση να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους.

Η κα Γιαννακοπούλου, εισερχόμενη στην ουσία του σχεδίου νόμου, τόνισε ότι το θέμα δεν είναι αν υπάρχει ανάγκη αλλαγών αλλά ποιων αλλαγών. Το εργασιακό νομοσχέδιο που προβάλλεται σαν μεγάλη μεταρρύθμιση δεν χαρακτηρίζεται από τη ματιά του στο μέλλον.

Στη συνέχεια, αναφέρθηκε συνοπτικά και σε ορισμένες θετικές διατάξεις του Σχεδίου Νόμου. Πράγματι κάποιες ρυθμίσεις είναι θετικές, όπως ότι ο ΟΑΕΔ θα καλύπτει τις γονικές άδειες για δύο μήνες,  η καθιέρωση της άδειας πατρότητας, η κύρωση της σύμβασης 190, για μέτρα για τη βία και για την παρενόχληση στους χώρους εργασίας και βέβαια η διάταξη για την ψηφιακή κάρτα εργασίας, την οποία εισήγαγε πρώτη η Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ πιλοτικά το 2010 και αποτελούσε πάγιο αίτημα της ΓΣΕΕ να εφαρμοστεί καθολικά.

Όμως, η βουλευτής τόνισε ότι δεν είναι αυτές που δίνουν τον τόνο και το νομοσχέδιο χαρακτηρίζεται από την απουσία κάθε πρόβλεψης αντιμετώπισης της αδήλωτης εργασίας, μια τεράστια γάγγραινα ή και της παιδικής εργασίας που συνδέεται με τη σχολική διαρροή. Επίσης, το σχέδιο νόμου χαρακτηρίζεται από τη διευκόλυνση των απολύσεων χωρίς ουσιαστική αιτία μέσα σε μια κρίσιμη περίοδο στη μετά κορωνοϊό εποχή. Χαρακτηρίζεται και από την απορρύθμιση της αγοράς εργασίας καθιστώντας χιλιάδες εργαζόμενους ομήρους στον εργοδότη, σε μια χώρα που οι μικρές επιχειρήσεις και οι ατομικές συμβάσεις είναι ένα τεράστιο ποσοστό επί του συνόλου.

Κλείνοντας, η βουλευτής συνόψισε τα αρνητικά αποτελέσματα που θα επιφέρει το νομοσχέδιο: την απορρύθμιση της αγοράς, την ύπαρξη έντασης φαινομένων αυθαιρεσίας από τους εργοδότες, τον κίνδυνο εκτίναξης της ανεργίας, αποτελούν ορισμένα ζητήματα που θα οδηγήσουν σε περαιτέρω ανισότητες.

Τέλος, αναφερόμενη προς τον Υπουργό τόνισε ότι αυτό που χρειαζόταν ήταν μία σοβαρή διαβούλευση ώστε να καταλήξει η Ολομέλεια της Βουλής, μέσα από μια διευρυμένη κοινωνική συμφωνία σε ένα νέον σύγχρονο, προοδευτικό, δίκαιο πλαίσιο εργασίας.

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της τοποθέτησης:

Ευχαριστώ πολύ, κύριε Πρόεδρε.

Κύριε Υπουργέ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ο εργασιακός νόμος που ισχύει σήμερα είναι ουσιαστικά ο νόμος που ψήφισε η Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ το 1982. Πρόκειται για ένα σπάνιο γεγονός όσον αφορά στην αντοχή ενός νόμου με βάση την ελληνική εμπειρία κάτι που δείχνει τον πρωτοποριακό και τον καινοτόμο χαρακτήρα εκείνης της ρύθμισης εκείνο τον καιρό. Ωστόσο από τότε πέρασαν σχεδόν 40 χρόνια. Έχουν μεσολαβήσει συγκλονιστικές αλλαγές στην παραγωγή, στην εργασία. Το διαδίκτυο, η τηλεργασία, οι πλατφόρμες, οι μεγάλες αλλαγές που έρχονται με γρήγορους ρυθμούς λόγω της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης και της ρομποτικής φέρνουν ήδη ανατροπές.

Χρειάζονται, επομένως, αλλαγές στο υπάρχον πλαίσιο οι οποίες θα βλέπουν μπροστά, οι οποίες θα αντιμετωπίζουν τις προκλήσεις του μέλλοντος, αλλά βεβαίως και τα ήδη ανοιχτά προβλήματα τα οποία υπάρχουν. Σε όλα αυτά προστέθηκε και η περαιτέρω επιτάχυνση των εξελίξεων λόγω της πανδημίας και των αλλαγών οι οποίες επήλθαν. Παράλληλα επήλθε και η σημαντική επιβάρυνση στην επισφάλεια των εργαζομένων λόγω της κρίσης του κορωνοϊού. Η κοινωνία και οι εργαζόμενοι βρέθηκαν μπροστά σε μια πάρα πολύ δύσκολη περίοδο αφού περισσότεροι από εξακόσιες χιλιάδες εργαζόμενοι βρέθηκαν σε καθεστώς αναστολής λαμβάνοντας μόνο το ειδικό επίδομα των 534 ευρώ. Επίσης, μέσα σε αυτή την περίοδο όπου μπαίνουμε σιγά σιγά σε μια κανονικότητα -αν μπορούμε να το πούμε- το εισόδημα των εργαζομένων υπέστη σημαντικές μειώσεις που για ένα μεγάλο ποσοστό ήταν πάνω από το 60% των αποδοχών προ της κρίσης.

Όλα αυτά, λοιπόν, τα δεδομένα οδηγούν σε έναν ακόμη μεγαλύτερο φόβο για απολύσεις, για αύξηση της ανεργίας αφού πολλές επιχειρήσεις είτε δεν άνοιξαν ή κάποιες από αυτές οι οποίες κατάφεραν να ανοίξουν δυστυχώς δυσκολεύονται να τα βγάλουν πέρα. Η κύρια συζήτηση, λοιπόν, μέσα σε όλο αυτό το πλαίσιο το οποίο έχει διαμορφωθεί, είναι η αναζήτηση λύσεων με το βλέμμα στραμμένο πάντα στο μέλλον.

Το εργασιακό νομοσχέδιο και ο διάλογος γύρω από αυτό αφορά κυρίως στη ρύθμιση ζητημάτων για την προστασία των δικαιωμάτων και την βελτίωση των συνθηκών της μισθωτής εργασίας αλλά δυστυχώς σε καμία περίπτωση, κύριε Υπουργέ, δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των επερχόμενων αλλαγών. Όταν όλες οι σχετικές μελέτες συμφωνούν, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ότι μέχρι το έτος 2030 θα υπάρχει μόνο το 15%-20% των θέσεων εργασίας με το ίδιο αντικείμενο που έχουν σήμερα και ότι ο κάθε μισθωτός θα αλλάξει τρεις ή τέσσερις φορές ειδικότητα στον εργασιακό βίο, αντιλαμβάνεται κανείς ότι χρειάζεται να υιοθετήσουμε μια διαφορετική αντίληψη και να κάνουμε ένα νέο συνολικό σχεδιασμό. Χρειάζεται μάλιστα, κύριε Υπουργέ, ένας σχεδιασμός οποίος δεν θα αφορά μόνο την εργασία αλλά θα αφορά επίσης και στο εκπαιδευτικό σύστημα συνολικά καθώς επίσης και στα δημόσια και τα ιδιωτικά προγράμματα διαρκούς επιμόρφωσης και επαγγελματικού προσανατολισμού.

Το θέμα, επομένως, δεν είναι αν υπάρχει ανάγκη αλλαγών αλλά ποιων αλλαγών. Το εργασιακό νομοσχέδιο που προβάλλεται σαν μεγάλη μεταρρύθμιση δεν χαρακτηρίζεται από τη ματιά του στο μέλλον. Οι τεχνολογικές αλλαγές μπορεί να επιφέρουν μείωση θέσεων εργασίας παγκόσμια μέχρι και 20%-30% σύμφωνα με μελέτες. Γιατί, επομένως, κύριε Υπουργέ, αναρωτιέμαι, δεν ανοίγει ο διάλογος για μείωση των ωρών εργασίας, για παράδειγμα, με σταθεροποίηση όμως των μισθών; Αυτή θα είναι η μεγάλη πρόκληση για το μέλλον. Θα μπορούσε κάποιος να αναφέρει και πολλά ακόμα παραδείγματα.

Ο κύριος Υπουργός επικαλείται τις θετικές ρυθμίσεις που περιλαμβάνει το νομοσχέδιο. Πράγματι κάποιες ρυθμίσεις είναι θετικές. Ποιος θα μπορούσε να δει αρνητικά ότι ο ΟΑΕΔ θα καλύπτει τις γονικές άδειες για δύο μήνες, για τον πατέρα και για τη μητέρα και για την καθιέρωση της άδειας πατρότητας. Ποιος μπορεί να πει ότι είναι αρνητικά τα μέτρα για την κύρωση της σύμβασης 190, για μέτρα για τη βία και για την παρενόχληση στους χώρους εργασίας; Το ίδιο ισχύει και για διατάξεις οι οποίες κατοχυρώνουν τα συνδικαλιστικά δικαιώματα αυτών που δουλεύουν σαν ντελίβερι και κούριερ και τις ρυθμίσεις για να καλύπτονται σε θέματα υγείας και ασφάλειας από τις επιχειρήσεις, τις διατάξεις για την τηλεργασία και για το δικαίωμα στην αποσύνδεση και βεβαίως τη διάταξη για την ψηφιακή κάρτα εργασίας, την οποία εισήγαγε πρώτη η Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ πιλοτικά το 2010. Ήταν τότε πάγιο αίτημα της ΓΣΕΕ να εφαρμοστεί καθολικά.

Είναι όμως αυτές οι ρυθμίσεις οι κεντρικές οι οποίες δίνουν τον τόνο στο νομοσχέδιο; Ασφαλώς και όχι. Και λυπάμαι γιατί αυτό αποτελεί μία χαμένη ευκαιρία. Το νομοσχέδιο χαρακτηρίζεται κυρίως από την απουσία κάθε πρόβλεψης αντιμετώπισης της αδήλωτης εργασίας, μια τεράστια γάγγραινα ή και της παιδικής εργασίας που συνδέεται με τη σχολική διαρροή. Χαρακτηρίζεται από τη διευκόλυνση των απολύσεων χωρίς ουσιαστική αιτία μέσα σε μια κρίσιμη περίοδο στη μετά κορωνοϊό εποχή, όπου χιλιάδες επιχειρήσεις και εκατοντάδες θέσεις εργασίας βρίσκονται σε απίστευτη επισφάλεια. Αυτή είναι η πραγματικότητα, κύριε Υπουργέ.

Χαρακτηρίζεται από την απορρύθμιση της αγοράς εργασίας καθιστώντας χιλιάδες εργαζόμενους ομήρους στον εργοδότη, σε μια χώρα που οι μικρές επιχειρήσεις και οι ατομικές συμβάσεις είναι ένα τεράστιο ποσοστό επί του συνόλου.

Υπάρχει πραγματικά -και αναρωτιέμαι, κύριε Υπουργέ- εχέφρων άνθρωπος, που μπορεί να πιστεύει ότι ένας απροστάτευτος ουσιαστικά εργαζόμενος μπορεί να διαπραγματευτεί ισότιμα με τον εργοδότη του για ζητήματα ωραρίου, για ζητήματα ελαστικοποίησης του, για τα θέματα των υπερωριών, για τον τρόπο πληρωμής του; Γιατί όποιος πραγματικά το πιστεύει, τότε μάλλον είναι επηρεασμένος από τη μεταφυσική.

Ας το πούμε λοιπόν καθαρά. Με το νομοσχέδιο αυτό θα υπάρχει απορρύθμιση της αγοράς, θα υπάρχει ένταση φαινομένων αυθαιρεσίας από τους εργοδότες, θα υπάρχει κίνδυνος εκτίναξης της ανεργίας, ακόμη και αν έχουμε αύξηση της ανάπτυξης. Θα υπάρχουν κοντολογίς πολύ μεγαλύτερες ανισότητες.

Σημαίνει αυτό, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ότι δεν πρέπει να δούμε τις αλλαγές που πρέπει να γίνουν και να προσφύγουμε σε στρουθοκαμηλισμό; Όχι. Αλλά επιτέλους, κύριε Υπουργέ, ας διαβουλευτούμε σοβαρά σε αυτήν τη χώρα ώστε να καταλήξουμε μέσα από μια διευρυμένη κοινωνική συμφωνία σε ένα νέον σύγχρονο, προοδευτικό, δίκαιο –δίκαιο- πλαίσιο εργασίας.

Κλείνω με μια αναφορά που διάβασα και σημειωνόταν σε ένα άρθρο πρόσφατα, ότι η πρωτομαγιά στο Σικάγο θα συνεχίζει να συμβολίζει την επαναστατική για την εποχή της κατοχύρωση της οκτάωρης εργασίας. Σήμερα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, οι εργαζόμενοι χρειάζονται ένα νέο ψηφιακό Σικάγο, ώστε να διεκδικήσουν τη συμμετοχή και να διασφαλίσουν τα δικαιώματά τους στη σύγχρονη αγορά εργασίας. Οι ανθρώπινες γνώσεις και οι δεξιότητες είναι το κεφάλαιο, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, στην εποχή της Τέταρτης Βιομηχανικής Επανάστασης.

Πληκτρολογήστε και πατήστε το enter.

Ανδρέας Πουλάς: «Το νομοσχέδιο της ΝΔ για τα εργασιακά ευνοεί την ασυδοσία και την εκμετάλλευση»Σε αδιέξοδο οι εργαζόμενοι μέσω του Γ’ κύκλου του προγράμματος Κοινωφελούς Εργασίας στα Κ.Υ.Τ και τις λοιπές δομές φιλοξενίας