Σε Κοινοβουλευτική Δραστηριότητα

Ομιλία Φώφης Γεννηματά Προέδρου του Κινήματος Αλλαγής, στη συζήτηση σε επίπεδο Αρχηγών Κομμάτων και λήψη απόφασης επί των αναθεωρητέων διατάξεων του Συντάγματος στη Βουλή.

Κυρίες και κύριοι βουλευτές,

Με τη  σημερινή συζήτηση ολοκληρώνεται η κορυφαία  κοινοβουλευτική διαδικασία της αναθεώρησης του Συντάγματος.  

Μια διαδικασία διαχρονικής αξίας, που απαιτεί συναίνεση και υπευθυνότητα για συλλογικές αποφάσεις. Αποφάσεις   που αντέχουν στον χρόνο και ανταποκρίνονται στις ανάγκες της κοινωνίας και της νέας εποχής. 

Χρειαζόταν, τελικά, να γίνει αυτή η αναθεώρηση;

Από νωρίς μέσα στα τελευταία δύσκολα χρόνια, το Σύνταγμα είχε αποτελέσει αντικείμενο συζήτησης: κάποιοι το «δαιμονοποίησαν», άλλοι το «θεοποίησαν»: πολλοί ήταν εκείνοι που το χρέωσαν με ευθύνες για το ξέσπασμα της κρίσης. 

Είπαν ότι δεν εγγυήθηκε τη δημοσιονομική σταθερότητα της χώρας, ότι δεν άντεξε στους κλυδωνισμούς της κρίσης. Πολλοί το είδαν ως πανάκεια, πίστεψαν ότι στο σώμα των διατάξεών του θα έβρισκαν τη λύση δια πάσαν νόσον.

Το Κίνημα Αλλαγής ήταν η πρώτη παράταξη που μίλησε καθαρά για την ανάγκη αναθεώρησης του Συντάγματος, που δεν θα λύσει προφανώς όλα τα προβλήματα ούτε ευθύνεται για όλα τα δεινά σε αυτόν τον τόπο.  Μετά από δέκα χρόνια πόλωσης και διχασμού που καλλιέργησε ο τεχνητός διπολισμός ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, εμείς αναδείξαμε την ανάγκη η συζήτηση για την αναθεώρηση να διεξαχθεί με νηφαλιότητα και κλίμα συναίνεσης.

Πήραμε την πρωτοβουλία από πολύ νωρίς για να ξεκινήσει ο διάλογος στη Βουλή -το τονίζω αυτό- και καταθέσαμε ένα συνεκτικό και ολοκληρωμένο σχέδιο προτάσεων αναθεώρησης του καταστατικού χάρτη της χώρας. 

Μέσα σε ένα κλίμα δυστυχώς συνταγματικού λαϊκισμού και βερμπαλισμού.  

Το πώς φτάσαμε στη σημερινή συνεδρίαση έχει μεγάλο ενδιαφέρον: από την περίφημη «δημόσια διαβούλευση» που προσπάθησε να παρακακάμψει τη Βουλή και τις προβλεπόμενες από το ίδιο το Σύνταγμα διαδικασίες. 

Ως την προεκλογική συζήτηση για το Σύνταγμα και τη σημερινή δεύτερη αναθεωρητική Βουλή. 

Όλα αυτά ανήκουν στην ιστορία. Σήμερα εδώ δεν έχει σημασία το χθες αλλά το αύριο. Η χώρα αποκτά την πέμπτη έκδοση του μεταπολιτευτικού της Συντάγματος.

Εκείνο που έχει σημασία είναι η συμβολή του συνταγματικού κειμένου στην πορεία της χώρας στο μέλλον. 

Ποια είναι η σημασία της αναθεώρησης για τον πολίτη, πως τον αφορά; Μπορεί  να εγγυηθεί τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα; Την πολιτική συμμετοχή, την ευστάθεια και αντοχή του πολιτικού μας συστήματος, το φιλελεύθερο Κράτος Δικαίου;

Σε δέκα χρόνια από τώρα, όταν θα είναι νοητή η συζήτηση για την επόμενη αναθεώρηση, θα δώσουμε κι εμείς λογαριασμό. Για την άτολμη αλλά αναγκαία αναθεώρηση του 2019. 

Χάθηκε η ευκαιρία; Δεν έγιναν όλα όσα χρειαζόμαστε, όσα οι πολίτες προσδοκούν. Αυτή η αναθεώρηση, όμως, δεν είναι μια χαμένη υπόθεση. Δεν είναι ένα νέο 2008.

Το εγχείρημα έχει θετικό πρόσημο, τελικά. Μια διαδικασία σύντομη μεν -ακριβώς ενός έτους- αλλά ουσιαστική.

Είμαι και προσωπικά υπερήφανη που η δική μας παράταξη συμμετείχε ενεργά και με τρόπο ουσιώδη στη διαμόρφωση των τελικών προτάσεων. Όλοι οι Βουλευτές μας έλαβαν μέρος με παραγωγικό τρόπο στην κορυφαία κοινοβουλευτική διαδικασία.

Φυσικά, δεν συμφωνήσαμε σε  όλα. Αλλά αυτή είναι και η πεμπτουσία της Δημοκρατίας. Αν και δεν είχαμε τον απαιτούμενο αριθμό βουλευτών, συμβάλαμε με προτάσεις υπεύθυνες και ρεαλιστικές. Ασφαλώς δεν μπορούμε να είμαστε ικανοποιημένοι από τις τελικές διατυπώσεις σε όλες τις διατάξεις. 

Πρώτα και κύρια, στο ζήτημα του Προέδρου της Δημοκρατίας

Από την αρχή είχαμε ξεκαθαρίσει την ανάγκη αποσύνδεσης της εκλογής του Προέδρου από τη διάλυση της  Βουλής. 

Και στην κατεύθυνση αυτή κάναμε συγκεκριμένες προτάσεις με δύο όμως παραδοχές: Πρώτον, διαφωνούμε με την απευθείας εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας από τον λαό.  Με δεδομένες τις περιορισμένες αρμοδιότητες του Προέδρου, ειδικά μετά την αναθεώρηση του 1986, η καταφυγή στο εκλογικό σώμα μπορεί να προκαλέσει έναν καταστροφικό για τη χώρα δυισμό, με συνεχείς συγκρούσεις. Και βέβαια την ανεπιθύμητη και αχρείαστη κομματικοποίηση του θεσμού. Θα φτάναμε στην τραγελαφική εικόνα να βλέπαμε υποψηφίους Προέδρους να ανεβαίνουν στα μπαλκόνια και να ζητούν την ψήφο των πολιτών, εκπροσωπώντας συγκεκριμένα κόμματα. 

Από την άλλη, αποτελεί υποβάθμιση του θεσμού η εκλογή με  απόλυτη ή σχετική πλειοψηφία. 

Είπαμε, να μη διαλύεται η Βουλή αλλά όχι και να ευτελίσουμε τον θεσμό. Δεν είναι εκλογές σωματείου, ούτε μπορεί να γίνει δεκτό να έχουμε αρχηγό του Κράτους εκλεγμένο με λιγότερες ψήφους από όσες χρειάζεται ένας απλός νόμος. 

Θεωρούμε και το είπαμε σε κάθε τόνο ότι είναι σκόπιμη η παράταση της θητείας του Προέδρου -έως και τις επόμενες εκλογές ακόμη- αν δεν βρεθούν μετά από διαδοχικές προσπάθειες, τουλάχιστον 160 βουλευτές. Δυστυχώς, είναι φανερό ότι το θέμα της εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας αντιμετωπίστηκε από την πλειοψηφία υπό το φόβο διάλυσης της παρούσας Βουλής.

Οι προτάσεις της πλειοψηφίας και της αξιωματικής αντιπολίτευσης καταλήγουν -από διαφορετικό δρόμο η καθεμία- στο ίδιο αποτέλεσμα: έναν κομματικά ελεγχόμενο Πρόεδρο της Δημοκρατίας. 

Θυμίζω ότι ο κ. Τσίπρας με την ψήφο του στην προηγούμενη Βουλή έδωσε τη δυνατότητα σήμερα στον κ. Μητσοτάκη να διαμορφώσει την τελική διάταξη και να τη ψηφίσει μόνο με τη δική του πλειοψηφία. Όπως έχουμε πει πάρα πολλές φορές, είναι ο καλύτερος πολιτικός του χορηγός.

Εμείς δεν πρόκειται να συναινέσουμε σε αυτή την πρόταση  που υποβαθμίζει το κύρος και την υπερκομματική αποστολή του ανώτατου άρχοντα. Ούτε φυσικά σε λύσεις που απειλούν να αλλάξουν τη φυσιογνωμία του προεδρευόμενου πολιτεύματός μας.

Στο περιβόητο πια άρθρο 86 περί της ποινικής ευθύνης των μελών της Κυβέρνησης:

Πρώτον συμφωνούμε  χωρίς επιφυλάξεις στην αναθεώρηση του άρθρου, ώστε να τελειώσουμε με ένα θέμα που για πολλά χρόνια ταλαιπωρεί το πολιτικό μας σύστημα και υπονομεύει την αξιοπιστία του στα μάτια των πολιτών. Υλοποιούμε αυτό που ζητήσαμε με τις προτάσεις μας από την πρώτη στιγμή.


Σήμερα, εδώ, τελειώνει η δημαγωγική εκμετάλλευση του άρθρου 86. 

Συμφωνούμε στην κατάργηση των αποσβεστικών προθεσμιών, δηλαδή της πρόωρης παραγραφής, ώστε να ισχύει για τα αδικήματα των Υπουργών ό,τι για κάθε Έλληνα πολίτη. 

Ένα αποφασιστικό βήμα για το πολιτικό μας σύστημα.


Διαλύουμε τους μύθους και τις ιστορίες συνομωσίας που αναπτύχθηκαν γύρω από το θέμα αυτό, ιδιαίτερα την εποχή της κρίσης.
Τώρα όσον αφορά τα επικοινωνιακά τρυκ του κ Τσίπρα δεν θα ασχοληθώ ιδιαίτερα. 

Και όχι μόνο γιατί γνωρίζει και ο ίδιος πως αναδρομικές ερμηνείες δεν έχουν καμία ισχύ. Αλλά γιατί όλοι καταλαβαίνουμε ότι επιχειρεί απελπισμένους αντιπερισπασμούς απέναντι στην έρευνα που ήδη ξεκίνησε για την αποκάλυψη του άθλιου παραδικαστικού κυκλώματος που καλλιέργησε στην αυλή του. Είναι δε πρόκληση αυτή η πρόταση να προέρχεται από ένα κόμμα που τα στελέχη και οι Υπουργοί του κρύφτηκαν πολλές  φορές τα τελευταία χρόνια πίσω από την προστασία του άρθρου 86.

Για το άρθρο 62 και τη βουλευτική ασυλία: Εμείς θέλουμε τον περιορισμό της ασυλίας. Η προστασία να ισχύει αυστηρά μόνο για τις περιπτώσεις πολιτικών διώξεων και όχι για κάθε κοινό ποινικό αδίκημα. 

Το άρθρο 54 απέκτησε κομβική θέση στην αναθεωρητική συζήτηση μετά τη συναίνεση που φαίνεται ότι υπάρχει σχετικά με την ψήφο των κατοίκων του εξωτερικού. Κατανοούμε την ανάγκη αναθεώρησής του για να εξασφαλιστούν οι 200 βουλευτές. Όμως μπορεί απλά να προβλέπει τη δυνατότητα να υπάρχουν περιορισμοί με νόμο. Είναι λάθος να αποτυπωθούν περιορισμοί στη συνταγματική διάταξη.

Είμαστε υπέρ της αναθεώρησης της διάταξης, με αυτό το πνεύμα και με το βλέμμα στην κοινή νομοθεσία που πρέπει να ακολουθήσει το αμέσως επόμενο διάστημα. Για να γίνει πράξη -επιτέλους- η άσκηση του εκλογικού δικαιώματος από τους Έλληνες που διαμένουν στο εξωτερικό. 

Τα παιδιά της κρίσης, του brain drain, οι δυναμικές ελληνικές κοινότητες του εξωτερικού, οι κοιτίδες ελληνισμού σε κάθε ήπειρο.

Διανύσαμε πολύ δρόμο, είναι αλήθεια, με αμοιβαίες υποχωρήσεις. Είμαστε πλέον ένα βήμα μακριά από ένα πρωτοφανές για τα ελληνικά χρονικά γεγονός: μια διάταξη του Συντάγματος κι ένας κοινός νόμος με απόλυτη αποδοχή από το κοινοβούλιό μας.

Εγγεγραμμένοι στους καταλόγους κάτοικοι του εξωτερικού πρέπει να συμμετέχουν ισότιμα, με ισοδύναμη ψήφο στις εθνικές εκλογές. Γίνεται μια αρχή, με τελικό, όμως, στόχο την επιστολική ψήφο και την ευρύτερη δυνατή συμμετοχή, γι’ αυτό κ. Πρωθυπουργέ και οι περιορισμοί δεν πρέπει να είναι στο Σύνταγμα. Είναι λάθος. Έχετε χρόνο να το ξαναδείτε.

Ήταν όλα αυτά αναγκαία; Ναι.

Ήταν όμως κι αρκετά; Όχι.

Πράγματι, με ευθύνη της προηγούμενης Βουλής, η αναθεώρηση απέτυχε να απαντήσει σε καίρια αιτήματα της Κοινωνίας και των πολιτών για τη νέα εποχή που έρχεται:

Αδιαφόρησε για τις σύγχρονες παγκόσμιες προκλήσεις. Παρά τις δικές μας προτάσεις, δεν προστέθηκε στο Σύνταγμα ρητή αναφορά στην υποχρέωση της Πολιτείας να αναλαμβάνει δράσεις για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και την προστασία της βιοποικιλότητας. Το άρθρο 24 παραμένει εκτός αναθεώρησης. 

Το Σύνταγμα δεν θα προβλέψει τίποτε για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και τη δίκαιη κατανομή του παραγόμενου πλούτου στο σύγχρονο περιβάλλον της τεχνολογικής εξέλιξης και των εφαρμογών τεχνητής νοημοσύνης.

Και, φυσικά, δεν θα συζητήσουμε ούτε αυτή τη φορά για την ανώτατη εκπαίδευση, για την ίδρυση μη κρατικών μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων και την αναβάθμιση του κεντρικού πυλώνα του Δημόσιου Πανεπιστημίου. Μείναμε παγιδευμένοι σε μια αναχρονιστική ανάγνωση των πραγμάτων, στην τυφλή άρνηση οποιασδήποτε αλλαγής. Και αναρωτιέμαι, πραγματικά, πώς μπορεί αυτή η βαθιά συντηρητική επιλογή, να πλασάρεται κιόλας ως «προοδευτική» εκπαιδευτική πολιτική; Δεν βλέπουμε τι γίνεται γύρω μας;

Όπως επίσης, δεν συζητήσαμε για τη Δικαιοσύνη. Καταθέσαμε πλαίσιο προτάσεων για τον εκσυγχρονισμό του δικαστικού συστήματος και τη διασφάλιση της ανεξαρτησίας των λειτουργών του, με διαφάνεια και αξιολόγηση. Δεν έγινε δεκτό. 

Δεν μιλήσαμε για τον έλεγχο της συνταγματικότητας των νόμων. Και φυσικά, δεν συζητήσαμε ούτε για τη διαδικασία επιλογής της ηγεσίας της Δικαιοσύνης, με ενεργό εμπλοκή της Βουλής.

Δεν κάναμε τίποτε, δυστυχώς και το τονίζω για άλλη μία φορά, για την αυτοδιοίκηση και την ουσιαστική διοικητική και οικονομική της χειραφέτηση από το κεντρικό κράτος. 

Η Βουλή, επίσης, δεν επέδειξε την αναγκαία τόλμη να ασχοληθεί με τα του οίκου της: να αυστηροποιήσει το πλαίσιο διαφάνειας και ελέγχου για τα οικονομικά των κομμάτων. 

Να εξαλείψει τις άσχετες τροπολογίες, να εκσυγχρονίσει το νομοθετικό της έργο και τον κοινοβουλευτικό έλεγχο. 

Να θεσπίσει αυξημένες πλειοψηφίες για τους νόμους-πλαίσιο που θα αφορούν σε σπουδαία ζητήματα, όπως οι στρατηγικές επενδύσεις. 

Και να προφυλάξει τη λειτουργία της από την καταχρηστική επίκληση λόγων εθνικού συμφέροντος που χρησιμοποιούνται ως εργαλείο για τη διάλυσή της, ανάλογα με τον σχεδιασμό της εκάστοτε Κυβέρνησης. Πολύ σοβαρό ζήτημα που, δυστυχώς, και πάλι δεν λύνεται.

Ωστόσο, είναι σημαντικό βήμα η υιοθέτηση της δικής μας πρότασης για τη θεσμοθέτηση της λαϊκής νομοθετικής πρωτοβουλίας. Πρόκειται για μια σύγχρονη μορφή άμεσης δημοκρατίας που τονώνει τη συμμετοχή των πολιτών στην πολιτική. 

Όπως πολύ σημαντικό και ελπιδοφόρο γεγονός είναι ότι έγινε δεκτή η πάγια πρότασή μας για τη συνταγματική κατοχύρωση του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος. Μιας μεγάλης μεταρρύθμισης που φέρει τη σφραγίδα του ΠΑΣΟΚ από το 2012. Είναι το ελάχιστο δείγμα γραφής του συνταγματικού χάρτη για τη διαφύλαξη ενός αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης για κάθε πολίτη και για την ακώλυτη πρόσβαση όλων στα κοινωνικά αγαθά. 

Κυρίες και κύριοι βουλευτές,

Η αναθεώρηση αυτή, παρά τις αστοχίες και την ατολμία της, είναι η απάντηση του πολιτικού συστήματος στις προκλήσεις της νέας εποχής. 

Αν η απάντηση αυτή θα είναι πειστική, αποτελεσματική, βιώσιμη, μένει πλέον να αποδειχθεί.

Αλλά δεν είναι από μόνη της αρκετή. Η αναθεώρηση του Συντάγματος είναι αναγκαία αλλά όχι και ικανή συνθήκη. Ναι, έχει κορυφαία σημασία για τη λειτουργία του πολιτεύματός μας και τη διασφάλιση των δικαιωμάτων μας. Αλλά, δεν ζούμε σε συνθήκες νομικού και συνταγματικού εργαστηρίου. 

Η ζωή είναι εκεί έξω! Στην Κοινωνία, την Οικονομία, τη νέα γενιά. Στον κόσμο της εργασίας και της παραγωγής. Στις πολύπαθες κοινότητες των Ελλήνων, στο μέτωπο του προσφυγικού, εκεί που δοκιμάζεται ο ανθρωπισμός μας.

Ο αγώνας για ένα καλύτερο αύριο συνεχίζεται. Είναι χρέος όλων μας να εγγυηθούμε και να υλοποιήσουμε όσα σήμερα κατοχυρώνουμε. Να κάνουμε πράξη την ισότητα, την ισονομία, την ελευθερία.

Να χτίσουμε ξανά, αργά αλλά σταθερά, την εμπιστοσύνη των πολιτών στην πολιτική.

Να εργαστούμε για μεγαλύτερη συμμετοχή, για την επιστροφή των νέων ανθρώπων στα κοινά. 

Για την κοινωνική δικαιοσύνη και την αλληλεγγύη. 

Για μια Δημοκρατία πιο ευρεία, πιο ανεκτική, πιο ανοικτή.

Όχι για τους λίγους. Όχι απλά για τους πολλούς. 

Αλλά για όλους.

Πληκτρολογήστε και πατήστε το enter.