Σε Κοινοβουλευτική Δραστηριότητα

Ομίλα Ευαγγελίας Λιακούλη Εισηγήτριας του Κινήματος Αλλαγής στην αρμόδια Κοινοβουλευτική Επιτροπή κατά τη συζήτηση του  ν/σ  «Ρυθμίσεις του Υπουργείου Εσωτερικών, διατάξεις για την ψηφιακή διακυβέρνηση και άλλα επείγοντα ζητήματα».

Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι Συνάδελφοι, 

Η Κυβέρνηση κατέθεσε προς συζήτηση και ψήφιση ένα νομοσχέδιο, το οποίο έφτασε από 74 που ξεκίνησε, αισίως τις 108 διατάξεις, μετά την εισαγωγή δεκάδων τα μεσάνυχτα της Παρασκευής.

Το χαρακτήρισε  «επείγον», είναι πολυθεματικό και διατρέχει σχεδόν το σύνολο των υπουργείων, ενώ τέθηκε σε διαβούλευση μόνο ένα μέρος του και μόνο για τρεις ημέρες, γεγονός που ξεσήκωσε θύελλα διαμαρτυριών, όπως και οι ίδιοι θα διαπιστώσατε από τα σχετικά σχόλια φορέων και πολιτών, στον οικείο ιστότοπο. 

Θα ξεπεράσω τα συντακτικά και νοηματικά λάθη, για να πω ότι είναι ένα νομοσχέδιο χωρίς αρχή, χωρίς μέση και τέλος, χωρίς συνεκτική και συγκεκριμένη δομή, με πληθώρα άρθρων που τίποτα δεν έχουν να κάνουν με τον κυρίως τίτλο του ν/σ – εν ολίγοις «νομοσχέδιο τακτοποιήσεων».

Σαν αυτά που βλέπουμε όμως,  όταν μια κυβέρνηση βρίσκεται σε αποδρομή και όχι από μια προσφάτως εκλεγμένη Κυβέρνηση, που έχει μπροστά της όλον τον καιρό να νομοθετήσει με την ησυχία της, όλα όσα συνιστούν το πρόγραμμά της.

Δεν εξηγείται αυτή η βιασύνη και αυτός ο αχταρμάς των ατάκτως ερριμμένων ρυθμίσεων, που μας φέρνετε σήμερα, όταν μάλιστα καλούμαστε να συζητήσουμε για το μείζον ζήτημα του πως θα πορευθεί η Τ.Α. εφεξής, μετά τα προβλήματα που είχαμε εγκαίρως εντοπίσει από την εφαρμογή του Κλεισθένη, ή όταν καλούμαστε να συζητήσουμε τις ρυθμίσεις για την ψηφιακή διακυβέρνηση, ενός ζητήματος δηλαδή μέγιστης σημασίας για τη χώρα.

Να προσθέσω ακόμη ότι είναι τουλάχιστον ειρωνικό, νομοσχέδιο που εισάγει ούτε μια – ούτε δύο, αλλά το κυρίως σώμα των ρυθμίσεων του ν/σ, δηλαδή 42 άρθρα για την ψηφιακή διακυβέρνηση, να μοιράζεται στους βουλευτές σκαναρισμένο κι όχι ψηφιακά επεξεργασμένο, με αποτέλεσμα να απαιτούνται χιλιάδες σελίδες χαρτί εκτύπωσης, προκειμένου να μπορέσει το Σώμα των βουλευτών να το επεξεργαστεί αποτελεσματικά.

Αυτό δεν συνιστά καλό ξεκίνημα, ούτε καλό οιωνό σε ό,τι αφορά τις δεσμεύσεις σας, τουλάχιστον σίγουρα για την σύγχρονη και αποτελεσματική ψηφιακή διακυβέρνηση

Επί της ουσίας τώρα:

Τις τελευταίες ημέρες, έγινε στοχευμένη επικοινωνιακή προσπάθεια της Κυβέρνησης να παρουσιασθεί το «άσπρο –μαύρο».

Να υποβιβασθεί το κυρίαρχο ζήτημα του Ν/Σ που είναι οι αλλαγές στον Κλεισθένη  και ακολουθεί το άσυλο και να εξωραϊστεί η εικόνα της μέσω συγκεκριμένων επιλογών, που αφορούν θετικές, αλλά ώριμες και αυτονόητες πλέον πρωτοβουλίες, όπως οι ρυθμίσεις για το επιτόκιο και το φάρμακο. 

Η Κυβέρνηση επιχειρεί με τον τρόπο αυτό να πετάξει «τη μπάλα στην κερκίδα» και να αποπροσανατολίσει την κοινή γνώμη σχετικά με το πραγματικό «βαρύ νομοθετικό φορτίο» του Ν/Σ .

Όμως η αλήθεια είναι ορατή: το κεντρικό ζήτημα του Ν/Σ είναι η επέμβαση της Κυβέρνησης στην ΤΑ, σε απολύτως πρωτοφανείς και ιδιόρρυθμες συνθήκες, δηλαδή  ΜΕΤΑ τις εκλογές και αφού ήδη ίσχυσε και εφαρμόστηκε ο νόμος Κλεισθένη, αφού ήδη το εκλογικό αποτέλεσμα διαμορφώθηκε με βάση συγκεκριμένες διατάξεις, οι υποψήφιοι εξέθεσαν δημόσια τις προγραμματικές θέσεις τους και οι εκλογείς έκαναν τις επιλογές τους, ΕΝΏ βρισκόμαστε μόλις λίγες ημέρες πριν την ανάληψη καθηκόντων από τις νέες αυτοδιοικητικές αρχές. 

Στο Α Μέρος του ν/σ που αφορά τις αλλαγές στον νόμο Κλεισθένη,  θέλουμε να προβούμε καταρχήν σε κάποιες γενικές παρατηρήσεις:  

  1. ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΡΥΘΜΙΣΕΩΝ 
  • Το θέμα της συνταγματικότητας των εισαγόμενων ρυθμίσεων, σχετίζεται με το γεγονός ότι  έχουν μεσολαβήσει οι εκλογές και με τις προτεινόμενες διατάξεις επιχειρείται αλλαγή σύνθεσης οργάνων, αρμοδιότητας οργάνων, μεταβολή του τρόπου ανάδειξής τους κλπ., όλα αυτά ,  ΜΕΤΑ την λαϊκή ετυμηγορία 
  • Είναι γνωστά ήδη τα αποτελέσματα των πρόσφατων αυτοδιοικητικών εκλογών και το πολυσυζητημένο θέμα της «κυβερνησιμότητας», δεν είναι πλέον θεωρητικό πολιτικό ζήτημα, αλλά αφορά συγκεκριμένες περιπτώσεις, με αποτέλεσμα οι επίμαχες διατάξεις να ελέγχονται για την πολιτική σκοπιμότητα που εξυπηρετούν.
  • Η ουσία σε ό,τι αφορά τις συμπράξεις του αρ του ν/σ, είναι πως η Κυβέρνηση, με την συγκεκριμένη νομοθετική πρωτοβουλία, την αυτονόητη και θετική – κυρίως στην αυτοδιοίκηση – επιδίωξη των προγραμματικών συναινέσεων και συμπράξεων των παρατάξεων, την μετέτρεψε με τη μεθόδευσή της σε «εργαλείο» πολιτικής επικυριαρχίας, αδιαφάνειας και  συναλλαγής, καθώς δεν προβλέπει καμία προγραμματική σύγκλιση μεταξύ των παρατάξεων, η οποία θα μπορούσε έστω να υποβάλλεται και να υπερψηφίζεται ως ένα νέο κοινό προγραμματικό πλαίσιο από το Συμβούλιο, αποκτώντας έτσι  νομιμοποίηση από το ανώτατο πολιτικό όργανο διαβούλευσης και απόφασης, δηλ. το Δημοτικό και Περιφερειακό συμβούλιο, αντίστοιχα .  
  • Οι συμπράξεις δεν είναι εν προκειμένω ένα τυπικό θέμα. Είναι η επιχείρηση της κυβέρνησης να ανατρέψει με έναν «τεχνικό τρόπο» το εκλογικό αποτέλεσμα και τις κατανομές που επιτυγχάνουν οι συνδυασμοί και δίνει την δυνατότητα ύπαρξης «άλλου τύπου»  παρατάξεων. 
  • Ανατρέπεται η λαϊκή ετυμηγορία και επιχειρείται  μια νέα πλειοψηφία που μπορεί να διοικήσει τον Δήμο ή την Περιφέρεια, ΧΩΡΙΣ ΚΑΜΙΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΗ 
  • Η πλειοψηφία που επιχειρείται, παραπέμπει ευθέως σε διαδικασίες αδιαφανείς και ελεγχόμενες για τη σκοπιμότητά τους 
  • Δυναμιτίζεται η αντιπροσωπευτικότητα και οι ίδιες οι εκλογές. 
  • Η διαλυτική λογική του ΣΥΡΙΖΑ, ακολουθείται από τον αυταρχικό  συγκεντρωτισμό της ΝΔ , που δεν μπορεί να παραδώσει πραγματική εξουσία στους θεσμούς , δεν μπορεί να μεταρρυθμίσει , δεν μπορεί να αποκεντρώσει  

Περιπτωσιολογία  ενδεικτικά: 

H διαμόρφωση νέου μετεκλογικού τοπίου με “συμπράξεις” Παρατάξεων ως ενιαία Παράταξη (αρ.1), χωρίς αυτό να είναι γνωστό στο εκλογικό σώμα εκ των προτέρων και χωρίς καμία προγραμματική βάση δημόσιων αρχών και στόχων διακυβέρνησης που θα δεσμεύουν τους συμπράττοντες.  

Η σημαντικότερη αρμοδιότητα του Προέδρου Κοινότητας περί έργων και δράσεων με τους επενδυτικούς ΚΑΠ (την τέως ΣΑΤA) γίνεται εισηγητική από αποφασιστική  (περ.δ’ και περ.ε’ της παρ.10 του αρ.5)

Ο τρόπος εκλογής του Προέδρου της Κοινότητας άνω των 300 κατοίκων: καταργείται η έμμεση εκλογή από το Συμβούλιο Κοινότητας και πλέον Πρόεδρος θα οριστεί ο πρώτος σε ψήφους του πρώτου Συνδυασμού στην Κοινότητα (περ’α’ της παρ.10 του αρ.5).

  1. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΡΥΘΜΙΣΕΩΝ
  • Το αφήγημα της Κυβέρνησης για τις υπό ψήφιση ρυθμίσεις και μάλιστα επειγόντως, είναι η «διασφάλιση της κυβερνησιμότητας των ΟΤΑ». 
  • Το αφήγημα  όμως ΚΑΤΑΡΡΕΕΙ, διότι:
  • Απλή ανάγνωση των διατάξεων οδηγεί στο συμπέρασμα ότι σε καμία περίπτωση  ΔΕΝ ΔΙΑΣΦΑΛΙΖΕΤΑΙ ΑΒΙΑΣΤΑ η κυβερνησιμότητα, διότι   προϋποθέτουν ότι θα συντρέξουν στην πράξη γεγονότα που θα «λύσουν» τα χέρια των Δημάρχων, τα οποία όμως είναι απολύτως ΥΠΟΘΕΤΙΚΑ.  

Χαρακτηριστικά :

1.Η ρύθμιση για “συμπράξεις” Παρατάξεων με την Παράταξη του Δημάρχου (αρ  1) .  

Εάν δεν βρεθεί Παράταξη να συμπράξει μαζί του, πώς η Κυβέρνηση επιλύει την “κυβερνησιμότητα”;

2.Πώς  η  εφεύρεση της “σύμπραξης”,  χωρίς καμία προγραμματική σύγκλιση  η οποία θα υπερψηφίζεται από το συμβούλιο, διασφαλίζει ότι στο Δημοτικό Συμβούλιο θα ψηφίζεται η εισήγηση του Δημάρχου, όταν οι δημοτικοί σύμβουλοι ”έχουν απεριόριστο το δικαίωμα της γνώμης και της ψήφου κατά συνείδηση”, έχουν δικαίωμα να ανεξαρτητοποιούνται, να εντάσσονται σε άλλες Παρατάξεις κλπ, δικαιώματα που στην πράξη θα ανατρέψουν ακόμα και τις όποιες “συμπράξεις” τυπικά επιτευχθούν, 

  1. Γι’αυτό το λόγο εξάλλου, είναι τουλάχιστον φαιδρό, να ορίζεται ότι το πρακτικό της σύμπραξης των παρατάξεων δεν ανακαλείται – αυτό πραγματικά στην πράξη είναι άνευ οποιασδήποτε αξίας, διότι νομικά κανένα «πρακτικό»,  δεν δεσμεύει κανέναν στην ψηφοφορία.

4.  Μια ακόμη παρέμβαση της Κυβέρνησης είναι να δώσει την πλειοψηφία της Οικονομικής Επιτροπής και της Επιτροπής Ποιότητας Ζωής “στην Παράταξη με την οποία εξελέγη ο Δήμαρχος” 

Αυτό όμως ΔΕΝ σημαίνει ότι ο Δήμαρχος θα καταφέρει να εφαρμόσει το Πρόγραμμά του , ΔΙΟΤΙ ΠΑΡΑΜΕΝΟΥΝ αρμοδιότητες του Δημοτικού Συμβουλίου:

– η ψήφιση του Τεχνικού Προγράμματος

– η ψήφιση του Επιχειρησιακού Προγράμματος

-η ψήφιση του Προγράμματος διαχείρισης και αξιοποίησης της περιουσίας

-η ψηφοφορία για τον ορισμό φόρων, τελών, δικαιωμάτων και εισφορών 

– η ψήφιση του Προϋπολογισμού.

Η πλειοψηφία του Δημάρχου λοιπόν στις Επιτροπές είναι άσχετο θέμα, καμία σχέση με την ψήφιση των ανωτέρω “καυτών” θεμάτων στο Δημοτικό Συμβούλιο. 

Και για τις πέντε ανωτέρω ψηφοφορίες ορίζεται πως :

« Αν καμία πρόταση δεν συγκεντρώνει την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών του Δημοτικού Συμβουλίου, τότε η ψηφοφορία ΕΠΑΝΑΛΑΜΒΑΝΕΤΑΙ μεταξύ των δύο πρώτων σε ψήφους προτάσεων και θεωρείται εγκεκριμένη η πρόταση που λάβει ΤΙΣ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ψήφους επί ΤΩΝ ΠΑΡΟΝΤΩΝ.».  

Αυτή μπορεί να είναι του Δημάρχου, μπορεί όχι.


5.  Η πλειοψηφία “της Παράταξης με την οποία εξελέγη ο Δήμαρχος” στην Οικονομική Επιτροπή δεν οδηγεί σε διασφάλιση της «κυβερνησιμότητας”

6. Το προηγούμενο καθεστώς παρείχε τη δυνατότητα στο Δήμαρχο που ορίζει τους Αντιδημάρχους, να τους ανακαλεί ανά πάσα στιγμή εάν ανέκυπτε οποιοδήποτε πρόβλημα.  Τώρα για έξι μήνες δεν μπορεί να γίνει ανάκληση και έτσι μπορεί να   παραμένει κάποιος Αντιδήμαρχος, χωρίς να κάνει τίποτε.  Δεν έχει λογική αυτή η διάταξη.

7. Δεν εισάγεται καμία αλλαγή συνοδευτική του ν .4412/2016 για τις Δημόσιες Συμβάσεις, ενώ διατηρήθηκε σωρεία «αχρείαστων» διαδικασιών που έχουν επιβληθεί στη λειτουργία του Δημοτικού Συμβουλίου 

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Όλα τα παραπάνω οδηγούν στο συμπέρασμα ότι για να επιτευχθεί η «κυβερνησιμότητα, δεν προτάσσεται από την κυβέρνηση το προγραμματικό πολιτικό περιεχόμενο των συμπράξεων, αλλά επιχειρείται,  αυτές να αποτελέσουν ένα εργαλείο δημιουργίας ενώσεων συμβούλων ,με συγκυριακό περιεχόμενο και  με όλα όσα αυτό συνεπάγεται θεσμικά και πολιτικά  

  1. ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΠΡΟΧΕΙΡΟΤΗΤΑ 

Η Κυβέρνηση επιλέγει να παρέμβει σε ορισμένα μόνο σημεία του αυτοδιοικητικού θεσμικού πλαισίου. 

Το εκλογικό σύστημα δεν αλλάζει, η αλλαγή του παραπέμφθηκε αορίστως για το μέλλον με απροσδιόριστο περιεχόμενο.

Πρόκειται για “μπαλώματα” και μάλιστα γραμμένα με προχειρότητα.

Εάν αυτή η αποσπασματικότητα και προχειρότητα του Ν/Σ συνδυαστεί 

(α) με το θολό τοπίο γενικοτήτων και αοριστολογιών στις Προγραμματικές Δηλώσεις της Κυβέρνησης όσον αφορά την Αυτοδιοίκηση, και 

(β) με το γεγονός ότι το ν/σ περί δήθεν επιτελικού Κράτους δεν είχε ίχνος αποκέντρωσης,

γίνεται αντιληπτό ότι προς το παρόν κινούνται χωρίς πυξίδα στο χώρο, χωρίς συγκεκριμένο αυτοδιοικητικό σχέδιο.

  1. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ:

Το Σχέδιο Νόμου επιχειρεί να λύσει το  ζήτημα της δυσαρμονίας με την πλειοψηφία του Συμβουλίου.  

Κινείται γενικά στα όρια της συνταγματικής νομιμότητας, εγείροντας σοβαρά επιμέρους ζητήματα συνταγματικότητας όπως π.χ.  στον τρόπο εκλογής της Διοίκησης των Νομικών Προσώπων. 

Στις περισσότερες των περιπτώσεων ο Δήμαρχος και σε όλες ο Περιφερειάρχης, μπορούσε να διασφαλίσει πλειοψηφία στις επιτροπές με τις διατάξεις του Κλεισθένη 1. 

 Η επέκτασή τους στα ΔΣ των νομικών προσώπων θα ήταν μία δικαιολογημένη παρέκκλιση, εφόσον ο νομοθέτης της απλής αναλογικής είχε ήδη ο ίδιος θεσπίσει την παρέκκλιση αυτή. 

Η λεγόμενη «Κυβερνησιμότητα» αντιμετωπίστηκε εξαρχής αλυσιτελώς και δεν ενισχύει την  συλλογική διακυβέρνηση. Υποβαθμίστηκε και συνεχίζει να υποβαθμίζεται ακόμη η Εκτελεστική Επιτροπή του ν.3852/2010. 

Η θέση ότι επειδή εκλέγεται ο Δήμαρχος απευθείας πρέπει να εφαρμόσει το Πρόγραμμά του, δεν πρέπει να οδηγεί στην ακύρωση του ρόλου του Συμβουλίου, στο οποίο ο νόμος αναθέτει τον κύριο όγκο των αποφάσεων. 

  1. Η ΘΕΣΗ ΜΑΣ 

Για το «Κίνημα Αλλαγής» η Τοπική Αυτοδιοίκηση είναι κορυφαίο ζήτημα Δημοκρατίας , Ανάπτυξης και καθημερινότητας του πολίτη 

Απαιτείται άμεσα ένας ουσιαστικός και οργανωμένος διάλογος για τη μετάβαση στην Αυτοδιοικητική Διακυβέρνηση, την αποκέντρωση και την ενδυνάμωση των θεσμών Τοπικής Δημοκρατίας,  σύμφωνα με τις αρχές της εγγύτητας στον πολίτη, της επικουρικότητας κατά τα ευρωπαϊκά πρότυπα των θεσμών, της αναλογικότητας των ευθυνών και τον ευρωπαϊκό χάρτη τοπικής αυτονομίας . 

Καλούμε την κυβέρνηση να σεβαστεί την Αυτοδιοίκηση, να την προτάξει και να μην την εργαλειοποιήσει , εξοφλώντας κομματικές επιταγές, να δώσει προτεραιότητα στις πραγματικές ανάγκες  των πολιτών και της χώρας και να προχωρήσει σε έναν ουσιαστικό διάλογο για την αλλαγή του μοντέλου λειτουργίας της, όχι με αποσπασματικές ρυθμίσεις που μας γυρίζουν χρόνια πίσω. 

Να μην επιλέξει να προχωρήσει στη διαμόρφωση σκηνικού συνταγματικής ρήξης που μπορεί να εξυπηρετεί τους πολιτικούς σχεδιασμούς της , αλλά πλήττει το θεσμό της Αυτοδιοίκησης, την τοπική δημοκρατία και την κοινωνία. 

  1. Η  ΠΡΟΤΑΣΗ ΜΑΣ 

Απαιτούνται  άμεσα  μεταρρυθμίσεις και μέτρα πολιτικής :

Το ΣΧΕΔΙΟ ΕΛΛΑΔΑ  για την αποκέντρωση και την αυτοδιοίκηση, διαμορφώνει ένα σαφές, σύγχρονο και αποτελεσματικό πλαίσιο λειτουργίας των ΟΤΑ και αυτό αποτελεί την πρότασή μας για την ολοκληρωμένη και σοβαρή προσέγγιση του θέματος. 

«Κυβερνησιμότητα»  δεν είναι μονοσήμαντα η άλλη όψη της απλής αναλογικής. 

Το μείζον πρόβλημα είναι η δομή του συστήματος διακυβέρνησης.

Το σύστημα διακυβέρνησης στην Αυτοδιοίκηση, που δομείται θεσμικά ως πεδίο εφαρμογής της λαϊκής κυριαρχίας, πρέπει να συνδυάζει την αποτελεσματικότητα της διακυβέρνησης, με την δημοκρατική λειτουργία των οργάνων και την εμπέδωση των αρχών της χρηστής διακυβέρνησης και της λογοδοσίας.

Τώρα , είναι  πρόσφορο και ώριμο, να προχωρήσουμε στην νέα  αρχιτεκτονική του συστήματος διακυβέρνησης.

Οι μεταρρυθμίσεις που εμείς προτείνουμε ενδυναμώνουν την αποτελεσματικότητα του συστήματος διακυβέρνησης και τη τοπική δημοκρατία παράλληλα με την εφαρμογή ενός νέου αναλογικού μεν,  αλλά και ταυτόχρονα αποτελεσματικού εκλογικού συστήματος που συνδυάζει την αντιπροσωπευτικότητα με την ενίσχυση της εκπροσώπησης του Δημάρχου ή Περιφερειάρχη, που ορθώς εκλέγονται άμεσα και είναι πυλώνες της τοπικής δημοκρατίας, περιορίζει τον κατακερματισμό της πολιτικής εντολής και διασφαλίζει την «κυβερνησιμότητα» και την αποτελεσματικότητα.

Στο άλλο μεγάλο ζήτημα του νομοσχεδίου τώρα, το Πανεπιστημιακό Άσυλο.

Εμείς ανέκαθεν πιστεύαμε αδιαπραγμάτευτα, στην αδήριτη ανάγκη κατοχύρωσης της Ακαδημαϊκής ελευθερίας στην έρευνα και την διδασκαλία, καθώς και στην ελεύθερη διακίνηση των ιδεών στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, υπό τον όρο της εξάλειψης κάθε είδους βίας και ανομίας εντός των χώρων τους.

Σε αυτό το πλαίσιο νομοθετήσαμε, πριν από 4 δεκαετίες σχεδόν, το Νόμο Πλαίσιο για τα ΑΕΙ (Ν. 1268/82), κατοχυρώνοντας την έννοια και το πραγματικό περιεχόμενο του «Πανεπιστημιακού Ασύλου».

Σε αυτό το πλαίσιο νομοθετήσαμε και το Ν. 4009/2011, τον Νόμο Διαμαντοπούλου, με ευρύτατη μάλιστα πλειοψηφία, άνω των 5/6 της τότε Βουλής, της ΝΔ φυσικά συμπεριλαμβανομένης.

Κοινή συνισταμένη όλων των σχετικών νόμων της Μεταπολίτευσης – συμπεριλαμβανομένων των Ν.3549/2007 της ΝΔ και το Ν. 4485/2017 του ΣΥΡΙΖΑ – ήταν η συμπερίληψη διατάξεων, που προέβλεπαν διαδικασίες για την παρέμβαση «δημόσιας δύναμης», δηλαδή της Αστυνομίας, σε περίπτωση παράνομων ενεργειών στους ακαδημαϊκούς χώρους.

Αλλά «επί των άρθρων» – εκεί που συνήθως κρύβονται οι λεπτομέρειες – και συγκεκριμένα στην διατύπωση του άρθρ. 64 του συζητούμενου ν/σ και ιδίως της παρ. 3, που εσείς προτείνετε, επιφυλασσόμαστε, διότι με τον τρόπο που  διατυπώνετε την ρύθμισή σας, δεν παρέχετε καμιά ασφαλιστική δικλείδα, ότι δεν θα φτάσουμε στην άλλη πλευρά, από εκεί που τώρα βρισκόμαστε.

Το αξίωμα  «νόμος και της τάξη» – το οποίο προβάλλετε από τις πρώτες μέρες της διακυβέρνησής σας όσο δεν πάει επικοινωνιακά – δεν αποτελεί εχέγγυο νομοθέτησης.

Κανείς δεν διασφαλίζει πως με την δική σας νομοτεχνική διατύπωση,  δεν θα φτάσουμε στην εντελώς αντίθετη πλευρά, αυτήν της άκρατης αστυνομοκρατίας, εντός του χώρου του Πανεπιστημίου, στο όνομα της προληπτικής αστυνομικής δράσης 

Δεν είναι αυτός ο τρόπος με τον οποίο τα κόμματα του Συνταγματικού Τόξου νομοθετούν, για τόσο λεπτά ζητήματα.

Προτείνουμε νέα διατύπωση της παρ. 3 

« Όταν τελούνται αξιόποινες πράξεις, εφαρμόζεται η κοινή νομοθεσία και εντός των χώρων των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, χωρίς να απαιτείται προηγούμενη έγκριση οιουδήποτε οργάνου Ανωτάτου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος».

Είναι μια διατύπωση σωστά επεξεργασμένη , που διασφαλίζει πως όταν τελούνται αξιόποινες πράξεις, εφαρμόζεται η κοινή νομοθεσία και εντός των χώρων των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, χωρίς να απαιτείται προηγούμενη έγκριση οιουδήποτε οργάνου Ανωτάτου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος.

Καθαρές διατυπώσεις λοιπόν, για ξεκάθαρη, αποτελεσματική και δημοκρατική λύση του ζητήματος του ασύλου, χωρίς ασάφειες και παγίδες, ούτε επικίνδυνους βερμπαλισμούς για να «χαϊδέψετε τα αυτιά» των ακραίων ψηφοφόρων σας 

Σε ό,τι αφορά τις διατάξεις του Υπ. Ψηφιακής Πολιτικής (άρθρ. 19 – 61).

Παρατηρούμε πως το Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης συνενώνει στη δομή του μεγάλες ψηφιακές υπηρεσίες του δημοσίου, ανεξαρτήτως αντικειμένου.

Έτσι, δημιουργείται μια κεντρική πύλη, e-government, συνδεδεμένη στο κυβερνητικό νέφος όπου συγκεντρώνονται όλα τα δεδομένα, με καταληκτική ημερομηνία την 01.01.2022.

Ο απώτερος στόχος των εισαγόμενων διατάξεων είναι – λέτε – να εφαρμοστεί μια συνεκτική ψηφιακή πολιτική, που με την σειρά της θα οδηγήσει στον ψηφιακό μετασχηματισμό του δημοσίου τομέα. 

Είναι ένα πειραματικό για την Ελλάδα εγχείρημα που φέρνει κάτω από την ίδια στέγη υπηρεσίες στη βάση της ψηφιακότητάς τους, κι όχι με κριτήριο την διοικητική/κοινωνική τους αποστολή.

Μένει λοιπόν να δούμε στην πράξη το πως θα συστεγαστούν π.χ. η ΗΔΙΚΑ με τον Οργανισμό Διαστήματος, σε αυτήν την εργαλειακή και μόνο συνένωση.

Ασφαλώς, η ηλεκτρονική διακυβέρνηση εφαρμόζεται από όλα τα προηγμένα κράτη.

Θα είχε ωστόσο ενδιαφέρον να μας έλεγε ο κ.Υπουργός αν το συγκεκριμένο υπερσυγκεντρωτικό μοντέλο ψηφιακής διακυβέρνησης έχει δοκιμαστεί σε άλλη χώρα;

Κι αν ναι, με ποια αποτελέσματα; 

Η Σουηδία, για παράδειγμα, που βρίσκεται σήμερα 2η στον Δείκτη Ψηφιακής Οικονομίας και Κοινωνίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (DESI) και είναι από τις ηγέτιδες χώρες παγκοσμίως στις ψηφιακές επιδόσεις, δεν ακολουθεί το δρόμο του ψηφιακού συγκεντρωτισμού – που προτείνει το παρόν νομοσχέδιο.

Αντιθέτως, χωρίζει τις ψηφιακές υποθέσεις σε τρεις τομείς αρμοδιότητας και σε ισάριθμα υπουργεία (βάσει αντικειμένου): τον τομέα της επιχειρηματικής ψηφιακότητας, τον τομέα της ψηφιακότητας στο Δημόσιο και τον τομέα των δικτύων/υποδομών και άλλων πολιτικών που δεν καλύπτουν τα 2 προηγούμενα Υπουργεία. 

Προφανώς, ένα τέτοιο μεγαλεπήβολο σχέδιο ψηφιακής αναβάθμισης και διασύνδεσης τόσων δεκάδων υπηρεσιών και οργανισμών του δημοσίου δεν είναι δυνατόν να κριθεί εξ ολοκλήρου αυτήν την στιγμή από την Επιτροπή μας.

Εμείς ωστόσο, εκφράζουμε ανυπόκριτα το φόβο μας, μήπως αντί να απλουστεύσουμε διαδικασίες τελικά καταλήξουμε να ψηφιοποιήσουμε τη γραφειοκρατία στην Ελλάδα ή να φτιάξουμε μια νέα, ψηφιακή γραφειοκρατία. 

Χρειάζονται όλες αυτές οι διοικητικές μονάδες; 

Είναι διαχειρίσιμες όλες μαζί ως σύστημα ή θα κινηθούμε προς ένα βαρύ, δαπανηρό και υπερσυγκεντρωτικό σύστημα που δεν θα αποφέρει τίποτα πρακτικό στην ζωή των πολιτών;

Στο Κεφ. Γ’, τώρα, με τις διατάξεις του Υπουργείου Υγείας.

Μια γενική παρατήρηση.

Μπορεί μεν οι ρυθμίσεις να αντιμετωπίζουν λειτουργικά και διαδικαστικά ζητήματα, που έχουν ανακύψει, ωστόσο αυτό δεν δικαιολογεί γιατί δεν έχει προηγηθεί διαβούλευση για τα συγκεκριμένα άρθρα, όπως και γιατί δεν κλήθηκε να συμμετάσχει και η Διαρκής Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων στην κοινή μας συνεδρίαση.

Π.χ. για το άρθρ. 74, όπου προβλέπεται ότι τα φάρμακα υψηλού κόστους που ορίζονται στο αρ.12 του ν.3816/2010 και δεν έχουν άδεια κυκλοφορίας μόνο για νοσοκομειακή χρήση, θα διακινούνται από τα ιδιωτικά φαρμακεία, από τα σημεία διανομής των ΥΠΕ ή απευθείας προς τον ασφαλισμένο χωρίς επιβάρυνση για τον ίδιο, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η ταλαιπωρία των ασθενών.

Στη σωστή κατεύθυνση η ρύθμιση, αλλά δεν θα έπρεπε να ακούσουμε και την γνώμη των αρμοδιότερων από εμάς συναδέλφων βουλευτών της Επιτροπής Κοινωνικών Υποθέσεων, για το αν π.χ. υπάρχει κίνδυνος εκτροχιασμού της φαρμακευτικής δαπάνης;

Στο Κεφάλαιο Η’, με τις ρυθμίσεις του Υπουργείου Δικαιοσύνης.

Προφανώς, οι διατάξεις των άρθρ. 95 και 96 πολυνομοσχεδίου δεν αποτελούν τίποτε περισσότερο παρά τυπική κύρωση της ΠΝΠ της 27.06.2019, που είχε εκδοθεί από την προηγούμενη Κυβέρνηση, για τη διόρθωση παροραμάτων και σφαλμάτων των ΠΚ και ΚΠΔ, που ψηφίστηκαν άρον-άρον,  λίγα 24ωρα πριν κλείσει η προηγούμενη Βουλή.

Αλλά εμείς θα εμείνουμε στην άποψή μας πως σε ότι αφορά στην ποινική νομοθεσία, υπάρχει σοβαρός λόγος να επανεξεταστούν και να διορθωθούν μια σειρά από διατάξεις -ιδίως του ΠΚ. 

Διατάξεις – που μπορούν να έχουν επικίνδυνες ή αδικαιολόγητα ευμενείς συνέπειες για δράστες βαριών εγκλημάτων, πράξεις τρομοκρατίας κ.α.

Και αυτό δεν μπορεί να γίνει με γονατογραφήματα, δεν μπορεί να γίνει με συνοπτικές, νομοθετικές διαδικασίες.

Σε κάθε περίπτωση, οποιαδήποτε αλλαγή στην ποινική νομοθεσία, λόγω της μεγάλης σπουδαιότητας στο επίπεδο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της ασφάλειας των πολιτών, θα πρέπει να τύχει ευρείας διαβούλευσης και να εξασφαλίσει τη μέγιστη δυνατή πολιτική αποδοχή.

Και τέλος για το Αρθρο 101

Με το άρθρο 101 εισάγεται ασυμβίβαστο για τη θέση του προέδρου, του αντιπροέδρου, των μελών του διοικητικού συμβουλίου, τους γενικούς διευθυντές και του προϊσταμένους διευθύνσεων της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Στόχος της Κυβέρνησης σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση είναι η  αποπολιτικοποίηση της δημόσιας διοίκησης. 

Προτείνουμε  να  ενταχθούν όλες οι ανεξάρτητες διοικητικές αρχές στις διατάξεις του άρθρου 101, αφού η αναγκαιότητα αποπολιτικοποίησης τους , υπάρχει στο σύνολό τους και να συμπεριληφθεί στα ασυμβίβαστα η κατοχή θέσης προέδρου ή γραμματέα κοινοβουλευτικού κόμματος

Επίσης τίθεται σοβαρό θέμα σχετικά με το αρ. 86 που εισάγεται και για το οποίο αναλυτικά θα τοποθετηθούμε στην κατ’αρθρο συζήτηση. 

Επίσης πολύ θετικά σημεία εντοπίζουμε στο υπόμνημα της ΕΣΑμεΑ , την οποία πρέπει να καλέσουμε αύριο να τοποθετηθεί στο σώμα, στην κατ’ άρθρο συνεδρίασή μας.

Για επιμέρους παρατηρήσεις αναλυτικά επί των άρθρων, επιφυλάσσομαι να παρουσιάσω στην αυριανή μας συνεδρίαση.

Πληκτρολογήστε και πατήστε το enter.