Σε Δηλώσεις

Η ανάρτηση και το ψέμα

Ο κ. Μητσοτάκης με την πρόσφατη  ανάρτησή του πέταξε την μάσκα του κεντρώου.

Η επίθεση του στις οργανώσεις των εργαζομένων αποτελεί φθηνό λαϊκισμό, επανάληψη των πιο παλαιών συνταγών της δεξιάς κατά των κινητοποιήσεων των εργαζομένων.

Και το χειρότερο. Είπε ψέματα  αναφέροντας ότι δήθεν η απεργία έγινε ως αντίθεση σε διάταξη για την χρήση ηλεκτρονικών ψηφοφοριών στα συνδικάτα.

Η αλήθεια

Α) Φυσικά τελείως διαφορετικό ήταν το αντικείμενο της απεργίας.

Ήταν το νομοθέτημα που προωθεί ο κ. Μητσοτάκης, υλοποιώντας απόλυτα τις γνωστές δεσμεύσεις του στο Συνέδριο του ΣΕΒ το 2018.

Με αυτό επιχειρεί την καταστρατήγηση των κλαδικών Συμβάσεων, την απαξίωση των αμοιβών και των δικαιωμάτων των εργαζομένων.

Σε αυτά βέβαια που εστιάζουν οι εργαζόμενοι τον αγώνα τους ο κ. Μητσοτάκης σιωπά.

Β) Ο κ. Μητσοτάκης εμφανίστηκε να μιλά για τους «πολλούς». Επιχειρώντας κατά την προσφιλή τακτική της δεξιάς, να δημιουργήσει κοινωνικό αυτοματισμό. Από την μια οι απεργοί. Από την άλλη οι «ταλαιπωρημένοι» ισχυρίζεται.

Μα τους πολλούς, το σύνολο των εργαζομένων ειδικά στον Ιδιωτικό Τομέα πλήττουν οι επιλογές του. Αυτοί θα πληρώσουν τις συνέπειες των επιλογών του.

Είναι υποκρισία να εμφανίζεται ως δήθεν υπερασπιστής τους, αυτός που ενισχύει την εργοδοτική ασυδοσία και οδηγεί στην φθηνή και απαξιωμένη εργασία.

Και να αποφασίζει και διατάσσει, χωρίς κανένα διάλογο με τους κοινωνικούς εταίρους.

Γ) Όσο για τα περί «ηλεκτρονικών ψηφοφοριών για τις απεργίες» το ίδιο το Νομοσχέδιο του τις αντιμετωπίζει ως «δυνητική επιλογή» των συνδικάτων.

Γιατί θα κάνει απεργία μια συνδικαλιστική οργάνωση για κάτι, που μόνο αν θέλει το εφαρμόζει.

Επισημαίνουμε ότι το Κίνημα Αλλαγής είναι πάντα θετικό σε οτιδήποτε προωθεί την συμμετοχή των εργαζόμενων στις διαδικασίες των συνδικαλιστικών οργανώσεων, γιατί αντικειμενικά τα ενισχύει.

Η παρέμβαση στις Κλαδικές Συμβάσεις- Τα αποτελέσματα των άρθρων 49-53.

Με τις διατάξεις του Νομοσχεδίου δίδεται η δυνατότητα εξαίρεσης σειράς επιχειρήσεων από την τήρηση των κλαδικών συμβάσεων, με την επίκληση «οικονομικών προβλημάτων».

Ουσιαστικά δημιουργείται καθεστώς εργασιακών σχέσεων δύο ταχυτήτων με επιχειρήσεις που τηρούν τις κλαδικές συμβάσεις και επιχειρήσεις που εξαιρούνται.

Οι κλαδικές συμβάσεις όμως δεν καθορίζουν παρά τους ελάχιστους μισθούς και τα ελάχιστα δικαιώματα σε κάθε κλάδο παραγωγής (το «κατώφλι»), ώστε να μην δημιουργείται αθέμιτος ανταγωνισμός μεταξύ των επιχειρήσεων και να ευνοούνται αυτοί που στηρίζονται στην εξαθλίωση των εργαζόμενων.

Από κει και πάνω κάθε επιχείρηση είτε με επιχειρησιακές συμβάσεις είτε με εργοδοτικές αποφάσεις, καθορίζει το επίπεδο των μισθών της και των εργασιακών παροχών της. Ανάλογα και με τις οικονομικές δυνατότητές της.

Αν όμως το «κατώφλι» της κλαδικής σύμβασης ανατραπεί μέσω των συνεχών «εξαιρέσεων»-που με το νομοθέτημα γίνονται κανόνες- οι μόνοι κερδισμένοι θα είναι οι επιχειρηματίες που δεν τηρούν τις συμβάσεις, και οι χαμένοι οι συνεπείς επιχειρήσεις και οι εργαζόμενοι.

Η Ελλάδα δεν μπορεί να μετατραπεί σε χώρα φθηνής και απαξιωμένης εργασίας.

Δεν είναι δυνατόν να στηρίζεται η ανταγωνιστικότητά μας κύρια στις μειωμένες αμοιβές και στην υποβάθμιση των όρων εργασίας και των συλλογικών ρυθμίσεων.

Είναι βαθιά πίστη μας στο Κίνημα Αλλαγής και κεντρικός στόχος μας ότι η Ανάπτυξη επιβάλλεται να αφορά άμεσα τους εργαζόμενους, την βελτίωση της ζωής τους, αλλά και την δημιουργία πολλών νέων ποιοτικών θέσεων εργασίας.

Πως οι «εξαιρέσεις γίνονται κανόνας». Πως υπονομεύονται με το Σ/Ν της ΝΔ, οι κλαδικές συμβάσεις.

Τα άρθρα 49-53 λειτουργούν αλληλένδετα ως συνέχεια το ένα του άλλου.

Ενώ θεωρητικά δεν καταργούνται οι κλαδικές συμβάσεις, μέσω των εξαιρέσεων ή προϋποθέσεων και των παρεμβάσεων του Υπουργού, σταδιακά αποδυναμώνονται και αχρηστεύονται.

Πως λειτουργεί το Σ/Ν:

Άρθρο 49: Αν η κλαδική ομοσπονδία των εργαζομένων συμφωνήσει με τους εργοδότες, εξαιρούνται από τις συμβάσεις επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν «οικονομικά προβλήματα».

Χωρίς βέβαια να διασφαλίζεται ότι ο προσωρινός χαρακτήρας της αναστολής, ούτε οι προϋποθέσεις, ούτε τα ανταλλάγματα προς τους εργαζόμενους (π.χ. διατήρηση θέσεων εργασίας), και χωρίς να προσδιορίζονται θέματα που οι εξαιρέσεις θα είναι ανεπίτρεπτες (π.χ. υγιεινή-ασφάλεια, κοινωνικά επιδόματα).

Άρθρο 51: Εάν οι εργοδότες δεν τα καταφέρουν με την Κλαδική Σύμβαση, τους δίνεται η δυνατότητα να το πράξουν με επιχειρησιακές συμβάσεις που υπερτερούν των κλαδικών.

Δηλαδή αν μια επιχείρηση πιέσει τους εργαζόμενους της, ή δημιουργήσει ελεγχόμενο από αυτήν σωματείο ή ακόμη και «ένωση προσώπων» (με πολύ λίγα άτομα), μπορεί να πετύχει να μειώσει τους μισθούς κάτω από το όριο της Κλαδικής Σύμβασης, δημιουργώντας αθέμιτο ανταγωνισμό για τις υπόλοιπες του κλάδου.

Οι προϋποθέσεις και τα κριτήρια καθορίζονται εν λευκώ από τον Υπουργό, που ως φαίνεται θα ευνοεί τους «ημετέρους».

Με το ίδιο άρθρο.

Τοπικού χαρακτήρα συμβάσεις, υπερτερούν των κλαδικών.

Άρα οδηγούμαστε στην λογική των «ελεύθερων ζωνών», υποβαθμισμένης εργασίας σε τοπικό επίπεδο όπου στην λογική προσέλκυσης επενδύσεων, δεν θα ισχύσουν βασικά δικαιώματα των εργαζόμενων.

Άρθρο 52:

Αν παρόλα τα προηγούμενα ένας εργοδότης δεν πετυχαίνει τον στόχο του και δεν θέλει να εφαρμόσει την Κλαδική Σύμβαση, υπάρχει και πρόσθετη πρόβλεψη στο Νομοσχέδιο.

Ο Υπουργός έχει την δυνατότητα να μην κηρύξει υποχρεωτική για όλους τους εργοδότες του κλάδου, μια Κλαδική Σύμβαση (με την αόριστη επίκληση προβλημάτων στην ανταγωνιστικότητα).

Οπότε όσοι εργοδότες διαφωνούν (και αποχωρούν από την εργοδοτική οργάνωση) δεν δεσμεύονται. Μπορούν να την αγνοήσουν.

Άρθρο 53: Περιορίζεται δραστικά η δυνατότητα προσφυγής των εργαζόμενων στην υποχρεωτική Διαιτησία του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας για την σύναψη  Συλλογικής Σύμβασης.

Άρθρο 50: Προωθείται κρατικός έλεγχος σε συνδικαλιστικές και εργοδοτικές οργανώσεις.

Εξουσιοδοτείται ο Υπουργός να ρυθμίζει κάθε θέμα για το Μητρώο και την αντιπροσώπευσή τους.

Δηλαδή να ρυθμίζει αν η ΓΣΕΕ, η ΓΣΕΒΕ, η ΕΣΕΕ, έχουν αντιπροσωπευτικότητα και δυνατότητα να υπογράψουν ή όχι, εθνικές ή κλαδικές συμβάσεις.

Το Κίνημα Αλλαγής στηρίζει απόλυτα την Εθνική Γενική Σύμβαση και τις Κλαδικές Συμβάσεις Εργασίας, αλλά και την καθολική εφαρμογή τους σε όλες τις επιχειρήσεις, είτε συμμετέχουν στις εργοδοτικές οργανώσεις είναι όχι.

Και θα καταβάλλει κάθε προσπάθεια εντός και εκτός Βουλής για την υπεράσπισή τους.

Επισημαίνουμε ότι οι Κυβερνητικές λογικές οδηγούν σε τριτοκοσμικές σχέσεις εργασίας και μεταλλάσσουν το Εργατικό Δίκαιο.

Από Δίκαιο προστασίας των εργαζόμενων, σε δίκαιο προστασίας του κακόπιστου εργοδότη.

Αυτό αντίκειται σε κάθε Ευρωπαϊκή πρακτική και στο Ευρωπαϊκό μοντέλο εργασίας, αντίθετα με ότι ισχυρίζεται η Κυβέρνηση.

Πληκτρολογήστε και πατήστε το enter.