Σε Άρθρα – Απόψεις

Άρθρο του Μιχάλη Κατρίνη στο «Τhe Socialist»

Στην κρίση του κορωνοϊού, όπως και σε κάθε κρίση, το ορθολογικό και το δίκαιο είναι να δίνει κανείς προτεραιότητα στους πιο αδύναμους και τους πιο ευάλωτους. Ή μήπως δεν είναι έτσι;

Πραγματικά για όσους πιστεύουν στον κοινωνικό δαρβινισμό, στη θεωρία δηλαδή ότι επιβιώνει ο ισχυρότερος και στην ιδεοληψία ενός οικονομικού φιλελευθερισμού που θεωρεί τις κοινωνικές ανισότητες προϊόντα της φυσικής πραγματικότητας, τέτοιες προτεραιότητες δεν έχουν καμία σημασία.

Αντίθετα, για όσους θεωρούν ότι οι ανισότητες αποτελούν δομικές συνέπειες ενός ελεύθερου και ακραίου ανταγωνισμού, προκύπτει η αναγκαιότητα μιας κρατικής παρέμβασης που θα διορθώσει ή θα απαλύνει αυτές τις συνέπειες και θα προστατεύει τους πιο ευάλωτους. Κι αυτό φυσικά ισχύει τόσο για μια περίοδο γενικευμένης κρίσης, όσο και για μια συμβατική περίοδο.

Προϊόν της δεύτερης άποψης, δηλαδή αυτής που έχουν οι σοσιαλιστές και οι σοσιαλδημοκράτες είναι η δημιουργία του κράτους πρόνοιας και του δημόσιου συστήματος υγείας, στο οποίο αναζήτησαν καταφύγιο κυβερνήσεις και πολίτες. Όχι μόνο εκείνοι που το πίστεψαν ή το έχτισαν, αλλά κι εκείνοι που το πολέμησαν.

Οι υπολογισμοί και οι αποφάσεις για την περιστολή ή το άνοιγμα οικονομικών δραστηριοτήτων δεν έγιναν με βάση τη δυνατότητα που είχε ο ιδιωτικός τομέας, αλλά με βάση εκείνες που είχε ο δημόσιος τομέας -τα δημόσια νοσοκομεία δηλαδή- να αντέξουν το βάρος μιας αυξημένης ζήτησης υπηρεσιών.

Αποδεικνύεται, λοιπόν, με απόλυτα εμφατικό τρόπο, ότι δεν ήταν οι αγορές εκείνες που μπόρεσαν, τελικά, να δώσουν μια αξιόπιστη λύση για την προάσπιση της δημόσιας υγείας, ούτε το ‘’πράσινο φως’’ για τη λειτουργία της οικονομίας, αλλά το κράτος.

Φυσικά οι δημοκράτες σοσιαλιστές δεν μίλησαν ποτέ για κατάργηση των αγορών ή της ελεύθερης οικονομίας και για μονοπώλιο του κράτους. Εκείνα για τα οποία πάντοτε μιλούσαν ήταν ο περιορισμός των ανισοτήτων, η αποτροπή των ακραίων κοινωνικών καταστάσεων, η κοινωνική αλληλεγγύη και η μέριμνα ώστε οι ίσες ευκαιρίες να μην υπονομεύονται από άνισες αφετηρίες και προσπάθειες.

Τι σημαίνουν όμως όλα αυτά, όταν πάμε σε θέματα οικονομίας και επιχειρηματικότητας; Σημαίνει πολύ απλά ότι όταν παρατηρείς να κλονίζονται και να οδηγούνται σε κλείσιμο μικρομεσαίες επιχειρήσεις, δηλαδή η ραχοκοκαλιά της οικονομίας, από τις συνέπειες μιας πανδημίας, ούτε μένεις ατάραχος ούτε το θεωρείς φυσικό και νομοτελειακό φαινόμενο. Ούτε μπορείς να υποκρίνεσαι ότι παρέχεις ίσες ευκαιρίες σε όλες τις επιχειρήσεις παρέχοντάς τους ρευστότητα με το ίδιο κριτήριο και προϋπόθεση για όλες, δηλαδή «να μην είναι προβληματικές»!  

Αντιθέτως, αξιολογείς εάν με δική τους υπαιτιότητα έγιναν προβληματικές, εάν με δική τους υπαιτιότητα έκλεισαν λόγω του κορωνοϊού και περιέπεσαν σε δυσμενέστερη θέση από αυτή που ήδη βρίσκονταν, εάν πριν από τον κορωνοϊό ήταν βιώσιμες και το είχαν αποδείξει μετά από μια δεκαετή άγρια καταιγίδα και μια πενταετή υπερφορολόγηση.

Λαμβάνεις υπόψη όχι μόνο αν ήταν ουσιαστικά βιώσιμες, αλλά αν προσέφεραν στην οικονομία και έναν αριθμό θέσεων εργασίας με πολλαπλασιαστικά οφέλη για τον εθνικό τζίρο, το ασφαλιστικό σύστημα και την κοινωνική συνοχή.

Εξετάζεις, επίσης, το πώς θα διαπραγματευτείς καλύτερα σε ευρωπαϊκό επίπεδο για να στηρίξεις την οικονομία και την κοινωνία της χώρας σου εκεί ακριβώς που πονάει. Διερευνάς ακόμα το πώς μέσα στη θύελλα μπορούν η μεταποίηση και ο πρωτογενής τομέας να να αξιοποιήσουν τις ευκαιρίες που παρουσιάζονται διεθνώς. 

Όμως όλα αυτά, δεν ήταν ο τρόπος με τον οποίο προσέγγισε τα ζητήματα η κυβέρνηση. Το αποτέλεσμα ήταν να μην καταλάβει ούτε η ίδια τι ακριβώς διαπραγματεύθηκε με την Ευρωπαϊκή Ένωση και τι ‘’πέτυχε’’ για να καλύψει τις ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις, τους επαγγελματίες, τον πρωτογενή τομέα, τη μεταποίηση, τον τουριστικό κλάδο και τους ανέργους.

 Έχοντας ήδη, μάλιστα, αποδεχθεί από την αρχή της θητείας της, ότι πολιτική στην Ελλάδα δεν κάνει η κυβέρνηση, αλλά οι τράπεζες, όπως έδειξαν οι χειρισμοί της στο ζήτημα των υπερχρεωμένων νοικοκυριών και της πρώτης κατοικίας, το σκηνικό του κοινωνικού δαρβινισμού στη χώρα ολοκληρώνεται εγκαταλείποντας τους πιο αδύναμους και παροτρύνοντας στο ‘’ο σώζων εαυτόν σωθήτω’’!

Πληκτρολογήστε και πατήστε το enter.

Γιώργος Αρβανιτίδης: «Η ενεργειακή διάσταση του Πολυνομοσχεδίου του ΥΠΕΝ: μια χαμένη ευκαιρία για τον εκδημοκρατισμό της Ενέργειας»Οδυσσέας Κωνσταντινόπουλος: «Κατανοώ ότι η «μόδα» στην πολιτική σήμερα είναι η εύκολη λύση της μεταγραφής, αλλά δεν είμαστε όλοι ίδιοι»